Αναπόφευκτα στην ζωή μας, έχουμε την τάση να συγκρίνουμε.
Να συγκρίνουμε αντικείμενα, καταστάσεις, ανθρώπους. Να συγκρίνουμε την ζωή μας με την ζωή τον άλλων, το τι έχουμε και δεν έχουμε σε σχέση με άλλους, ακόμα και τον εαυτό μας σε σχέση με το παρελθόν μας.
Η τάση αυτή για σύγκριση, πηγάζει από την τάση για βελτίωση, ανάπτυξη και ανάδειξη. Μας δείχνει, ή μας υπενθυμίζει θα έλεγα καλύτερα, τους στόχους μας, τις φιλοδοξίες μας, το ποιοι θέλουμε να είμαστε.
Μόνο που πολλές φορές, η χρήση της σύγκρισης με λανθάνουσα μορφή, οδηγεί σε ουτοπικές επιδιώξεις ενός εαυτού, πολύ μακρινού από αυτού που είμαστε. Με αποτέλεσμα να γεννιούνται εμμονές, άγχος, θλίψη, και ένα υπαρξιακό ακάλυπτο κενό στον εσωτερικό μας κόσμο.
Από την τάση αυτή, αναπόφευκτα δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και η σύγκριση των παιδιών μας με συνομήλικους, με εμάς σε αντίστοιχη ηλικία, με τα αδέλφια τους.
Στόχος πάντα είναι το να κεντριστεί το ενδιαφέρον, ώστε το παιδί να έχει την διάθεση και την τάση προς βελτίωση, ξυπνώντας του κάθε διαθέσιμο ανταγωνιστικό ένστικτο που υπάρχει, παρουσιάζοντας του ως εξιδανικευμένο πρότυπο τον συμμαθητή, τον αδελφό, τον εαυτό μας σε αντίστοιχη ηλικία.
Μόνο που αυτό, συνήθως έχει αποτελέσματα, πολύ μακρινά από τα ποθητά.
Προκαλεί στο παιδί την ανάγκη, να γίνει κάποιος που δεν είναι, κάποιος που να μην μπορεί να γίνει. Δημιουργεί ανασφάλεια, και καλλιεργεί στο παιδί ένα αίσθημα ανεπάρκειας και ανικανότητας και απόρριψης, του τύπου «δεν είσαι αρκετά καλό, δεν είσαι το παιδί που θα ήθελα να έχω».
Έτσι το ανασφαλές παιδί , φορτωμένο πλέων με άγχος, προσπαθεί να ανταποκριθεί στις ουτοπικές προσδοκίες των γονιών του. Και μιας και ο κάθε ενήλικας είναι σοφός στα μάτια του κάθε παιδιού, το παιδί νιώθει ως κάτι ελαττωματικό, που χρήζει βελτίωσης και επιδιόρθωσης. Και πως το παιδί θα μπορέσει να αποδεχτεί τον εαυτό του , αν οι γονείς του το έχουν ήδη απορρίψει πάμπολλες φορές.
Είναι άδικο τόσο για το υποβαθμισμένο παιδί, όσο και για το παιδί-πρότυπο με το οποίο γίνετε η σύγκριση.
Καλλιεργείται ένα πνεύμα αντιζηλίας, μια εχθρικότητα ως προς το παιδί-πρότυπο, χωρίς αυτό να έχει ιδέα. Και όταν το μάθει, ή όταν καταλάβει το τι συμβαίνει, ειδικά στις περιπτώσεις αδελφιών, τότε το παιδί-πρότυπο που είναι «θύτης» στα μάτια του αδελφού/ής του, γίνετε και αυτό θύμα των γονιών του.
Φορτώνεται την βαριά ευθύνη της τελειότητας που οφείλει να έχει ως παιδί-πρότυπο, την απαγόρευση να συμπεριφερθεί ανάλογα με την ηλικία του, μα και την ευθύνη απέναντι στο μικρότερό του αδελφάκι, να είναι σωστό και τέλειο σε όλα.
Γίνεται δέκτης της αντιζηλίας του αδελφού/ής του, γίνεται συμμέτοχος σε μια διαδικασία που το ενέπλεξαν οι γονείς του, με αποτέλεσμα τα θετικά του και τα χαρίσματά του να τα εκλαμβάνει ως κατάρα…
Έτσι, συγκρίνοντας κάποιος γονιός τα παιδιά του, καταλήγει στο να έχει ένα παιδί γεμάτο ανασφάλειες που θα κυνηγάει μια ζωή κάτι που δεν θα πετύχει ποτέ, και από την άλλη, ένα παιδί που καταριέται την ώρα και τη στιγμή που γεννήθηκε πρώτο, που είναι χαρισματικό, που κουβαλάει την ευθύνη της τελειότητας και το πληρώνει με την πιθανή «κακή» σχέση με το αδελφάκι του..
Την επόμενη φορά που θα θέλετε να δώσετε κίνητρα στο παιδί σας, να θυμάστε πως μόνο με τον εαυτό του πρέπει να γίνετε η σύγκριση, με βάση τις ικανότητες του κάθε παιδιού…
Η σύγκριση, δεν βοήθησε ποτέ κανένα, και η ζημιά που προκαλεί τόσο στο ίδιο το παιδί όσο και στο περιβάλλον του, είναι μεγαλύτερη, τόσο σε μέγεθος όσο και σε διάρκεια.
Είναι κάτι που θα κουβαλάει μια ζωή…
Πάμπος Ευσταθίου
Bsc Psychology (Hons)
Αναρτήθηκε από:
Νίκη Λουκά B.A., M.Phil.
Ειδική Παιδαγωγός
Η Νίκη Λουκά είναι απόφοιτος του Τμήματος Επιστημών Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης της Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Βιέννης.